Από την Ίριδα Κρέμερ – Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας
Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη να είμαστε μέλος μιας ομάδας, μιας παρέας, μιας δυάδας. Η ύπαρξη μας και η ταυτότητα μας διαμορφώνεται και εν μέρει ορίζεται από την επαφή, επικοινωνία και συνύπαρξη με άλλους ανθρώπους.
Έτσι για να γίνουμε αυτό που πραγματικά θέλουμε εμείς οι ίδιοι αναγκαστικά “περνάμε” πρώτα μέσα από τους άλλους (γονείς, αδέλφια, φίλους, συγγενείς), μέσα από τις σχέσεις μας.
Η εφηβεία είναι η πρώτη απόπειρα απελευθέρωσης από τα “δεσμά” των γονέων/κηδεμόνων μας και την διαμόρφωση της δικής μας, ατομικής προσωπικότητας. Παράλληλα, όμως, αναπτύσσουμε μία διαρκή ανάγκη ταύτισης με το περιβάλλον μας (συμμαθητές, pop είδωλα, μεγαλύτεροι φίλοι) που σκοπό έχει την αποδοχή μας από τους ‘Σημαντικούς άλλους’ και έχει πάλι τον χαρακτήρα του να “περνάμε” μέσα από εκείνους για να βρίσκουμε την ταυτότητα μας και τον στόχο της ύπαρξης μας.
Οι σχέσεις μας, είτε ερωτικές, είτε φιλικές σαν ενήλικες, ουσιαστικά αντικατοπτρίζουν τις εσωτερικές μας ανάγκες στην εκάστοτε ηλικία, κυρίως στα χρόνια της πρώτης νεότητας, καθώς αυτά τα χρόνια είναι που ο άνθρωπος ακόμα αναζητά κομμάτι του εαυτού του και δεν έχει πλήρως κατασταλάξει ή ωριμάσει στην ταυτότητα του.
Όταν ξεκινάμε μία λάθος σχέση δεν γνωρίζουμε ότι θα είναι προβληματική. Νιώθουμε ότι έχουμε να πάρουμε πολλά και ότι ο άνθρωπος που έχουμε δίπλα μας είναι ακριβώς αυτό που θέλουμε. Είναι για εμάς ο ιδανικός ‘Σημαντικός άλλος’. Το κριτήριο μας είναι όμως διαστρεβλωμένο καθώς η ανάγκη μας να «απορροφήσουμε» αγάπη και αποδοχή είναι τόσο δυνατή που θολώνει την εικόνα. Αντί λοιπόν να ζυγίσουμε το πόσο μας βλάπτει η σχέση στην οποία βρισκόμαστε, εμμένουμε στα θετικά που έχουμε εμείς «φορέσει» στον άλλον, προκειμένου να πείσουμε τον εαυτό μας ότι καλύπτουμε τις ανάγκες μας και τροφοδοτούμε το συναίσθημά μας. Αυτό που κάνουμε είναι να εξαπατάμε τον ίδιο μας τον εαυτό έχοντας φτιάξει μία ανύπαρκτη εικόνα για τον σύντροφό μας ή φίλο/η μας.
Γιατί παραμένουμε σε σχέσεις που μας κρατάνε πίσω; Το μυαλό μας προβάλλοντας αντίσταση στο να δεχτεί ότι κάναμε λάθος επιλογή, άρα ότι οι ανάγκες μας και το συναίσθημά μας πέφτει στο κενό, χτίζει έναν αμυντικό μηχανισμό άρνησης ο οποίος μας «βιδώνει» στο ίδιο σημείο και δε μας αφήνει εύκολα να πάμε παρακάτω. Και όταν πια τα χρόνια έχουν περάσει και οι ρόλοι έχουν εδραιωθεί τότε έχουμε από μόνοι μας μάθει σε αυτή τη φόρμουλα και δεν «βγαίνουμε» εύκολα μέσα από αυτήν, ακόμα κι αν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι αυτή η σχέση δεν είναι αυτό που θέλουμε για τον εαυτό μας. Εξίσου σημαντικό ρόλο παίζει και ο φόβος της μοναξιάς ο οποίος τρέφεται από το γεγονός ότι δεν ξέρουμε πώς να υπάρχουμε μόνοι μας, αφού για καιρό «υπήρχαμε» μέσα από έναν άλλο άνθρωπο. Κι έτσι παραμένουμε εκεί.
Οι λάθος σχέσεις και επιλογές δείχνουν την βιασύνη της συναισθηματικής μας ανάγκης. Δείχνουν την ανάγκη να υπάρξουμε μέσα από τους άλλους ώστε να μπορέσουμε να βρούμε τα κομμάτια που λείπουν στο παζλ του εαυτού μας.
Μια λάθος σχέση, μια λάθος φιλία δεν είναι αποτυχία. Είναι ο δρόμος για να δούμε τι πρέπει να κάνουμε σωστά την επόμενη φορά. Τι πρέπει να προσέξουμε, τι να αποφύγουμε και πόσο πρέπει να κρίνουμε καλύτερα τους ανθρώπους και τις καταστάσεις ώστε να μην μοιραζόμαστε το συναίσθημά μας με ένα άνθρωπο που τελικά δεν το άξιζε ή απλά δε μας ταίριαζε. Είναι ο δρόμος για να δούμε ποιοι πραγματικά θέλουμε να είμαστε. Και γι’ αυτό ποτέ δεν είναι αργά!