Από την Ίριδα Κρέμερ – Συμβουλευτική Ψυχολόγος
Η υιοθεσία είναι μία πράξη που συνοδεύεται από πολλά ερωτηματικά του παιδιού και του γονιού. Μία νόμιμη υιοθεσία ακολουθεί μία μακροπρόθεσμη και ίσως επίπονη διαδικασία, η οποία όμως συμπεριλαμβάνει την καθοδήγηση, υποστήριξη ειδικών (ψυχολόγων, νομικών, κοινωνικών λειτουργών, κ.α.) προς τους γονείς, ή από μία διαδικασία (σε άλλες χώρες) που μπορεί να είναι είτε παράνομη, είτε νόμιμη για την χώρα από την οποία υιοθετείται το παιδί, αλλά που δεν προσφέρει την κατάλληλη ενημέρωση και υποστήριξη προς τους θετούς γονείς.
Όταν λοιπόν ένα ζευγάρι υιοθετεί ένα παιδί χωρίς την απαραίτητη καθοδήγηση, τότε τα ερωτηματικά έρχονται σαν ένας χείμαρρος που τους αγχώνει και φοβίζει. Ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, οι γονείς θα καλεστούν να αναρωτηθούν αν πρέπει ή όχι να ενημερώσουν το παιδί ότι δεν είναι οι βιολογικοί του γονείς που το γέννησαν. Τα ερωτήματα που θα προκύψουν, όσον αφορά την υιοθεσία, δεν αφορούν μόνο τα παιδιά που υιοθετούνται κάτω από την ηλικία των 2-3 ετών και δεν έχουν την ανάμνηση των βιολογικών τους γονέων, αλλά και τα παιδιά που υιοθετήθηκαν σε μεγαλύτερη ηλικία και είχαν την αντίληψη να καταλάβουν ότι απομακρύνονται από τους βιολογικούς τους γονείς.
Ποια είναι λοιπόν τα ερωτήματα που μπορεί να προκύψουν και πως πρέπει οι γονείς να τα χειριστούν;
Πότε πρέπει να μιλήσουμε στο παιδί μας για την υιοθεσία;
Αυτό είναι το βασικότερο ερώτημα που αφορά τους γονείς, καθώς ως ενήλικες που γνωρίζουν και είναι υπεύθυνοι για την ζωή αυτού του παιδιού και το αγαπούν, οφείλουν να ξέρουν ότι τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν την αλήθεια από την πρώτη μέρα και να μην προσπαθήσουνε ποτέ να την αποκρύψουν από το παιδί τους.
Ένα παιδί που υιοθετείται στη βρεφική ηλικία δε μπορεί να γνωρίζει ποιοι είναι οι βιολογικοί του γονείς. Σε αυτή την περίπτωση οι γονείς όταν το παιδί τους αρχίζει και διαμορφώνει αναπτυξιακά αντίληψη για το περιβάλλον και αποκτά την ικανότητα να επεξεργαστεί τα δεδομένα γύρω του, μπορούν από μικρή ηλικία, ~2 ετών, να εισάγουν στο παιχνίδι του μορφές οικογένειας όπως η δική τους, χρησιμοποιώντας παραδείγματα πολλών μοντέλων οικογενειών που μέσα σε αυτό θα είναι και το δικό τους. Η ζωγραφιά μπορεί να βοηθήσει πολύ σε αυτό, καθώς μπορείτε να αναλύσετε μαζί τις φιγούρες που υπάρχουν στην εικόνα, έχοντας συμπεριλάβει σε ένα άλλο σημείο της εικόνας τους βιολογικούς γονείς. Στόχος των γονέων είναι να εισάγουν στη ζωή του παιδιού αρχικά την έννοια της υιοθεσίας. Δηλαδή ότι υπάρχει και αυτό το μοντέλο οικογένειας και είναι απολύτως φυσιολογικό και αποδεκτό.
Στην πορεία ανάπτυξης του παιδιού τα ερωτήματα θα αρχίσουν να έρχονται από μόνα τους. Το παιδί το ίδιο θα σας καθοδηγήσει στο τι θέλει να μάθει από εσάς για την άλλη μαμά και τον άλλον μπαμπά που βρίσκονται μακριά. Όσο μικρότερη η ηλικία του παιδιού τόσο πιο αραιές χρονικά είναι οι ερωτήσεις και πολλές φορές επαναλαμβάνονται.
Πρέπει να μιλήσουμε για τους βιολογικούς γονείς στο παιδί μας;
Σε κάποιες περιπτώσεις οι γονείς γνωρίζουν τους λόγους που το παιδί δόθηκε για υιοθεσία και ίσως να έχουν στα χέρια τους στοιχεία των βιολογικών γονέων, ή και να τους έχουν γνωρίσει. Ο γονιός μπορεί να δώσει το προφίλ του βιολογικού γονιού στο παιδί χωρίς όμως να αποκαλύψει τα ακριβή στοιχεία του (όνομα, τόπο διαμονής, επάγγελμα), τουλάχιστον μέχρι την ενηλικίωση του παιδιού. Ένα ερώτημα που αναπόφευκτα έρχεται με την ηλικία του παιδιού είναι το μεγάλο ‘Γιατί;’. Η απάντηση αυτού του ερωτήματος μπορεί να είναι πολύ σκληρή για μια παιδική ψυχή (π.χ. να το απέρριψαν λόγω κάποιου προβλήματος υγείας, βιασμός της μητέρας, αδιαφορία). Αναλόγως λοιπόν ποιοι είναι οι λόγοι που δόθηκε για υιοθεσία το παιδί, οι γονείς μπορούν να απαντήσουν ή να αποκρύψουν την αλήθεια. Το παιδί με την ενηλικίωση έχει το δικαίωμα (στην νόμιμη υιοθεσία) να πάρει όλα τα στοιχεία στα χέρια του και να αναζητήσει τους βιολογικούς του γονείς και να πάρει όσες απαντήσεις μπορεί να αντλήσει από τους άμεσα αρμόδιους.
Σε αυτή τη φάση οι θετοί γονείς του παιδιού-ενήλικα πρέπει να είναι υποστηρικτικοί και να μην εμποδίσουν το παιδί από το να ανακαλύψει τις ρίζες του που τόσο έχει ανάγκη. Η αρωγή τους ως συναισθηματικοί υποστηρικτές είναι πολύτιμοι. Η δική τους αγάπη και ο γονεϊκός τους ρόλος δεν μπαίνει σε καμιά περίπτωση στο περιθώριο, αν έχουν αγαπήσει πραγματικά το παιδί τους, καθώς τα παιδιά δεν ξεχνούν ποτέ τους ανθρώπους που τα αγκάλιασαν στην ζωή.
Ποιος άλλος πρέπει να γνωρίζει για την υιοθεσία του παιδιού;
Το άμεσα συγγενικό περιβάλλον και γενικότερα οι άνθρωποι που έρχονται σε συχνή επαφή με το παιδί πρέπει να γνωρίζουν για την υιοθεσία. Όσο για το σχολικό περιβάλλον είναι καλό να γνωρίζει ο δάσκαλος/νηπιαγωγός για την υιοθεσία ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί μία κατάσταση που ενδεχομένως να σχετίζεται με αυτό το γεγονός. Όσο για το φιλικό/σχολικό ευρύτερο περιβάλλον του παιδιού, αυτό είναι στην κρίση του γονέα για το αν κρίνει απαραίτητο να ενημερώσει και στην επιθυμία του ίδιου του παιδιού για το αν θα το μοιραστεί με τους φίλους του ή όχι. Το σημαντικό είναι οι γονείς να θυμούνται ότι η πράξη της υιοθεσίας δεν είναι ντροπή και δεν πρέπει ποτέ να περάσουν ένα τέτοιο μήνυμα στο παιδί τους, κάνοντας το να ντρέπεται και να αποκρύπτει την υιοθεσία του.