Από την Ίριδα Κρέμερ – Συμβουλευτική Ψυχολόγος
Τα βασικά χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου που πάσχει από Κοινωνική Φοβία ή αλλιώς Διαταραχή Κοινωνικού Άγχους, είναι η δυσκολία του να κοινωνικοποιηθεί με άγνωστα πρόσωπα, να ξεκινήσει συζήτηση με έναν άλλον άνθρωπο, να είναι γενικότερα στο κέντρο της προσοχής μιας παρέας και να πάρει την πρωτοβουλία να μιλήσει ακόμα και σε ένα άτομο που τον ενδιαφέρει πολύ. Η κοινωνική έκθεση είναι αυτή που κάνει το άτομο να θέλει να αποσυρθεί με αποτέλεσμα να αυτό-περιθωριοποιείται. Τα σωματικά συμπτώματα αφορούν κυρίως το τρέμουλο στα χέρια, την δυσκολία βλεμματικής επαφής σε μία κουβέντα με τον συνομιλητή και το κοκκίνισμα του προσώπου όταν του απευθυνθεί ο λόγος ή όταν το ίδιο το άτομο νιώσει άβολα.
Γιατί όμως ένας άνθρωπος νιώθει άβολα όταν τον κοιτούν;
Κάποιος κάλλιστα θα μπορούσε να πει ότι ο καθένας μας θα αισθανόταν άβολα αν άγνωστοι προς αυτόν άνθρωποι είχαν στραμμένο το βλέμμα τους προς εκείνον. Ναι, όμως οι περισσότεροι από εμάς ξεπερνάμε αυτή την δυσκολία σε 1-2 λεπτά έως και μερικά δευτερόλεπτα, συνεχίζοντας την δουλειά μας, ή ό,τι κάναμε, πριν στραφεί η προσοχή προς εμάς. Ένας άνθρωπος με κοινωνική φοβία παγώνει και το μόνο που μπορεί να σκεφτεί και να πράξει είναι να διαφύγει αυτής της κατάστασης. Αναζητά αμέσως τρόπο να φύγει η προσοχή από εκείνον, ακόμα κι αν χρειαστεί να αποχωρήσει από το χώρο στον οποίο βρίσκεται ξαφνικά. Αυτό συμβαίνει γιατί η άβολη θέση στην οποία εκείνος νιώθει ότι βρίσκεται του προκαλεί έντονο άγχος που εκδηλώνεται με σωματικά συμπτώματα και που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε κρίση πανικού. Έτσι λοιπόν ο οργανισμός του υιοθετεί την αποχώρηση από την κατάσταση ως έναν μηχανισμό για να κατευνάσει το άγχος. Η λεγόμενη αποφυγή που συναντάμε σε όλες τις φοβίες.
Τι συμβαίνει στο μυαλό ενός ανθρώπου που πάσχει από κοινωνική φοβία;
Ένας άνθρωπος που φοβάται την οποιαδήποτε μορφή έκθεσης προς γνωστούς και αγνώστους, ουσιαστικά φοβάται ότι οι γύρω του θα δουν μία εικόνα που ο ίδιος απορρίπτει για τον εαυτό του. Η βασική ιδέα ενός τέτοιου περιστατικού είναι η ντροπή. Το άτομο ντρέπεται για τον εαυτό του, για κάτι που είναι ή δεν είναι, για κάτι που έχει κάνει ή δεν έχει κάνει/καταφέρει στη ζωή του. Φυσικά η αίσθηση της ντροπής εκείνη την στιγμή δε φτάνει σε αυτό το βαθύ επίπεδο σκέψης. Το άτομο χρειάζεται χρόνο και την κατάλληλη υποστήριξη από εξειδικευμένο επαγγελματία ψυχικής υγείας, για να ανακαλύψουνε μαζί τι είναι αυτό για το οποίο κατά βάθος ντρέπεται και προσπαθεί να κρύψει, όχι μόνο από τους άλλους αλλά κυρίως από τον εαυτό του. Μιλάμε για την αποδοχή της αυτοεικόνας του ατόμου, που κάποιες φορές για να επιτευχθεί χρειάζεται πρώτα το άτομο να ενστερνιστεί τον βαθύτερο εαυτό του και την ταυτότητα του, ή να βελτιώσει/αντικαταστήσει συμπεριφορές του και επιλογές του, ώστε να γίνει αποδεκτός και να νιώθει ικανοποιημένος από τον ίδιο του τον εαυτό άρα και να μην ντρέπεται να δείχνει το ποιος είναι στο περιβάλλον του.