Από την Ίριδα Κρέμερ – Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας
Δύο άνθρωποι πριν γίνουν γονείς, συνήθως, είναι ζευγάρι, σύντροφοι. Με τον ερχομό του παιδιού η σχέση δε παύει να υπάρχει απλά αλλάζει με την πρόσθεση ενός μέλους ή και παραπάνω. Οι γονείς δε σταματούν να είναι σύζυγοι, σύντροφοι κι εραστές αλλά αποκτούν έναν νέο ρόλο που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την υπόστασή τους σα ζευγάρι. Λόγω αυτού είναι υπεύθυνοι όχι μόνο για τους εαυτούς τους και το γάμο τους αλλά και για τους απογόνους που έχουν φέρει στον κόσμο.
Έτσι λοιπόν όταν η σχέση του ζευγαριού κλονίζεται η γυναίκα και ο άνδρας, η μαμά κι ο μπαμπάς, έχουν πλέον να σκεφτούν και να συνυπολογίσουν τις συνέπειες των επιλογών τους και για έναν ακόμα άνθρωπο, το παιδί τους. Πότε λοιπόν πρέπει να σκέφτονται με περισσότερη προσοχή και εγκράτεια οι γονείς το χωρισμό και πότε όχι;
Ας ξεκινήσουμε λέγοντας ότι ένας χωρισμός σίγουρα πληγώνει το παιδί σε όποια ηλικία κι αν είναι, καθώς η σταθερότητα που έχει ανάγκη (ειδικά σε μικρή ηλικία και στην εφηβεία) ταράσσεται. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δύο άνθρωποι που έχουν προσπαθήσει για να κρατήσουν την οικογένεια ενωμένοι αλλά είναι πραγματικά δυστυχισμένοι, πρέπει να μένουν βιδωμένοι σε έναν γάμο που τους θλίβει. Αυτό το εισπράττουν και τα παιδιά και σίγουρα προτιμούν γονείς ευτυχισμένους και ισορροπημένους παρά καταθλιπτικούς και αποξενωμένους ο ένας από τον άλλον. Καλό θα ήταν όταν οι γονείς αποφασίζουν να χωρίσουν να συμβουλευθούν πρώτα έναν ειδικό ψυχικής υγείας ώστε να δουλέψουν με τα δικά τους συναισθήματα, που ενδέχεται να είναι φορτισμένα, αλλά και να συμβουλευθούν τον ειδικό για την διαχείριση της νέας κατάστασης που θα έρθει σε σχέση με τα παιδιά τους.
Αν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ηλικία που είναι καλύτερα οι γονείς να χωρίζουν (αν και όπως είπα το διαζύγιο είναι πάντα δύσκολο για τα παιδιά) είναι πριν τα 3-4 έτη ζωής του παιδιού και μετά την ενηλικίωση τους. Η εφηβεία είναι πολύ δύσκολο στάδιο των νεαρών πλέον παιδιών, που έχουν ανάγκη τους γονείς τους ενωμένους καθώς έχουν πολλά υπαρξιακά και συναισθηματικά ζητήματα στο μυαλό τους για να μπορούν να αντιμετωπίσουν και ένα χωρισμό στην οικογενειακή εστία. Επίσης τα παιδιά που μπαίνουν στην σχολική περίοδο δυσκολεύονται συναισθηματικά αλλά και πρακτικά όταν οι γονείς χωρίζουν. Συναισθηματικά γιατί μπαίνουν σε μία νέα φάση ζωής που περιλαμβάνει μάθηση και οργάνωση της σκέψης τους, άρα κάτι πολύ νέο για αυτά, και πρακτικά γιατί το να πηγαινοέρχεται ένα παιδί από σπίτι σε σπίτι ειδικά όταν οι γονείς δεν έχουν ένα ήρεμο διαζύγιο σημαίνει ότι μαθησιακά τα παιδιά θα δυσκολευτούν πολύ να προσαρμοστούν και να συγκεντρωθούν στο σχολείο. Επίσης υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να αναπτύξουν μαθησιακές δυσκολίες ενόψει της αγωνίας που θα έχουν για την δική τους ζωή και καθημερινότητα σε μία διαιρεμένη οικογένεια αλλά και, ενδεχομένως, λόγω έλλειψης καθοδήγησης και στήριξης στα μαθήματα στις πρώτες τάξεις του δημοτικού.
Άρα ο χωρισμός έρχεται όταν πραγματικά δεν υπάρχει άλλος δρόμος και παράλληλα φροντίζουν και οι δύο γονείς να περάσουν το παιδί τους στην άλλη όχθη όσο πιο ομαλά και ήρεμα γίνεται. Αυτό χρειάζεται συνεργασία των γονέων, δηλαδή αφήνω στην άκρη τον οποιονδήποτε εγωισμό ή θυμό που έχω απέναντι στο πρώην και λειτουργώ καθαρά ως γονιός, την συνεχή έκφραση αγάπης στο παιδί που φοβάται ότι θα μείνει μόνο του χωρίς την αρωγή των γονιών και την ειλικρινή αντιμετώπιση και ενημέρωση του παιδιού και των δύο απέναντι στις αλλαγές που συμβαίνουν. Πολύ σημαντικό είναι να γνωρίζουν οι γονείς ότι αν υπάρχει νέος σύντροφος, είτε της μαμάς είτε του μπαμπά, είναι απαγορευτικό να εμφανίσουμε στο παιδί έναν νέο, άγνωστο άνθρωπο στη ζωή του όταν ακόμα θρηνεί και προσπαθεί να αποδεχθεί το χωρισμό και την διάλυση της οικογένειας του. Αυτό θα συμβεί όταν νιώσουμε ότι το παιδί μας έχει ισορροπήσει συναισθηματικά και είναι έτοιμο να γνωρίσει αυτό το νέο πρόσωπο στη ζωή του γονιού του.
Πότε ΠΡΕΠΕΙ! οι γονείς να χωρίζουν.
Το διαζύγιο είναι αναγκαίος για την ψυχική ηρεμία και ισορροπία των παιδιών όταν μέσα στην οικογένεια υπάρχει σωματική ή ψυχική κακοποίηση του ενός γονιού προς τον άλλο. Δηλαδή όταν υπάρχει ξυλοδαρμός ή/και σεξουαλική κακοποίηση, όπως και όταν ο γονιός δέχεται ψυχολογική κακοποίηση από τον άλλον, δηλαδή μείωση της υπόστασης και προσωπικότητας, εκβιασμός και εξευτελισμός. Αυτό μπορεί να συμβαίνει μπροστά ή μακριά από την θεά των παιδιών. Και στις δύο περιπτώσεις τα παιδιά το καταλαβαίνουν από μικρή ηλικία και οι συνέπειες στη δική τους ψυχολογία αλλά και στην εικόνα που δημιουργείται στα μάτια τους για τον κακοποιημένο γονιό, που λειτουργεί και ως λανθασμένο πρότυπο, είναι δραματικές για τη ζωή τους.